Για το ¨Βράδυ με Ήρωες¨ – Κώστας Παπαπάνος

Είμαι φίλος του Βασίλη πάνω από είκοσι χρόνια. Από την άκρη της θάλασσας το καλοκαίρι του 99 μέχρι την άδεια πόλη και τον φετινό χειμώνα. Από την νύχτα μέχρι την αυγή και πίσω. Κυρίως πίσω. Οπότε και απόψε δεν μπορώ να μιλήσω σαν κάποιος που κρατά στα χέρια του απλά μια ποιητική συλλογή. Ποιήματα που του μιλούν και τα ακούει με την αιώνια και άγνωστη φωνή τους, γεννώντας πρόσωπα, εικόνες και συναισθήματα που απαιτούν όμως κι ένα δικό του μικρό βήμα, την απαραίτητη κίνηση για καταφέρουν αναγνώστης και κείμενο να πλησιάσουν την στιγμή της ακριβής κοινής τους δημιουργίας και όλα να φύγουν ξανά για κείνο το πολυπόθητο ταξίδι. Θεωρώ πως μέσα στα ποιήματα αυτά του Βασίλη βρίσκομαι και ζω και εγώ και αναπνέω αυτόματα. Άλλοτε στον χρόνο τους κι άλλοτε στην σιωπή τους. Στο τσιγάρο τους το καπνισμένο σε δύο τζούρες και στην ζεστή τους μπίρα μια κρύα νύχτα. Σε τόσα κι άλλα τόσα χρόνια που παρακολουθώ την γραφή του Μπιλ να βρίσκει τον τρόπο να τρυπώνει σαν καυτό γυαλί στη χούφτα του μέλλοντος. Η αιώνια θλίψη που περπατά στις μύτες μέχρι να βρει κάπου να σκαλώσει, όπως μας λέει στο πρώτο μόλις ποίημα της συλλογής αυτής.

Αν εξαιρέσουμε τα άγρια χρόνια της νιότης μας, όπου οι αφηγήσεις περίσσευαν χάρις στην τόλμη μας και την εξαίσια και περίσσεια αδιαφορία μας για τις προσταγές ενός κόσμου που φαινομενικά τουλάχιστον συνίσταται από τέτοιες ηλίθιες πρακτικές, όλα όσα ακολούθησαν είχαν προς τιμήν τους το στίγμα της γραφής του ανθρώπου για τον οποίο βρεθήκαμε απόψε εδώ. Η πρώτη μεγάλη της έξοδος ήταν φυσικά οι στίχοι των Nobody, της garage rock μπάντας που μοιραστήκαμε για κάποια υπέροχα χρόνια. Αν θυμάμαι ακόμη κάτι από τότε που η παρούσα συλλογή μου επιβεβαιώνει είναι πως η γραφή του είναι πάντα πολύ καλά ζυγισμένη.

Βράδυ με ήρωες, το ομώνυμο ποίημα της συλλογής

Μην βάλεις το όνομά σου πουθενά

Δούλεψε σκληρά και κλότσα τα όλα

Γύρε το κεφάλι

Εκεί που κανείς δεν ακούει

Ακατόρθωτο είναι αυτό που δεν θα συμβεί

Κι όλα ταυτόχρονα θα τρέχουν

Το άπειρο εξοντώνει τις θεωρίες

Και οι τροχαλίες όλο και μικραίνουν την διαδρομή

Κανείς

Θα μπορούσε κάποιος να διαφωνήσει με αυτό το ποίημα αλλά δύσκολα θα ισορροπούσε την γνώμη του σε κάτι εξίσου ακέραιο.

Εγώ και το μπαρ, στην σελίδα 18 της ποιητικής συλλογής

Εγώ και το μπαρ

οι δυο μας.

Τα μαλλιά μου ακουμπούν

τον σκούρο γρανίτη του,

σαν δύο μνημεία που συνουσιάζονται.

Κανείς δεν μπορεί να φέρει αντίρρηση.

Αυτός και το μπαρ, λοιπόν. Ήμουν εκεί και όχι δεν έφερνα αντίρρηση. Παρακολουθούσα, μοιραζόμουν, βίωνα την συνουσία του ποιητή με την φωνή του. Η έμπνευση, η ανάγκη, η όρεξη, η σημασία, η νύχτα, η αλκοόλη, η φωτιά, η χαρά, η θλίψη, η τρέλα, η καύλα, η γαλήνη, η μοναξιά, η ευκαιρία, η αλήθεια, η μουσική, η γιορτή κι όλες οι άλλες πανούργες θεότητες πάνω από τα κεφάλια μας να ζητάν και να μας δίνουν πίσω την ίδια μας την ζωή. Ω, ήταν πολλές οι μπάρες και πιο πολλές οι ζωές. Η μία καλύτερη και χειρότερη από την άλλη.

Πρακτικά, το επόμενο βήμα ήταν η δημιουργία του προσωπικού ιστολόγιου του ποιητή με το ιδανικό όνομα «περνώντας με πορτοκαλί». Ξώφαλτσα στην αλήθεια. Από εκεί μπορούσαμε να δούμε καθαρότερα τον λόγο του να σαρκώνεται σε  ένα ολοένα και πιο δυνατό σώμα. Ποίημα το ποίημα το τοπίο διαγράφονταν ως η πατρίδα των στιγμών που εξακολουθούν να μας ανήκουν κι ας μην είμαστε πλέον παιδιά. Λίγη αγωνία για την λειτουργία του μέσου και ένας απλόχερος δρόμος για να πάρει η φωνή του κάποιες ανάσες παραπάνω. Από εκεί και το παρακάτω.

Ξεμένουμε

Μετά βίας λικνιζόμαστε
στον απόηχο ενός θανατερού ρυθμού.
Παράξενα παίζονται παιχνίδια
και πλεκτάνες στήνονται
σε αναζήτηση μιας χαρμόσυνης συγχορδίας.

Χάος.

Η μέρα άρχισε να χαλαρώνει
το απαλό της φόρεμα
και το χάδι της τραχύ πλέον μας ξεπροβοδίζει.
Η νύχτα, άθελά της ίσως,
ξεφορτώθηκε από πάνω της
οτιδήποτε φανταχτερό
και οι σαθρές πτυχές της τώρα
μας καταπίνουν αχόρταγες.

Ξεμένουμε από αγάπη,
σε χώματα πλέον ξένα.
Δρόμοι αχαρτογράφητοι.
Σταθμός ανεφοδιασμού στο πουθενά.
Περαστική κατάντησε η ελπίδα μας.

Σκάψτε τα μέσα σας,
για ότι μας έμεινε,
για ότι αγαπήσαμε.
Αγαπήστε,
για ότι έρχεται.

Κι ο κόσμος του ποιητή μεγάλωνε και δεν υπήρχαν πολλά που να μένουνε απέξω. Αν και το κοινό των προσωπικών ιστολογίων ποίησης δεν είναι τόσο ευρύ όσο άλλων μέσων και άλλων φανερώσεων πάραυτα είναι άνθρωποι που αγαπάνε αυτό που κάνουν και συντροφεύονται και αλληλοϋποστηρίζονται. Ο ποιητής ξεκίνησε να βλέπει την φωνή του να προικίζει τα χείλη και άλλων σαν κι αυτόν κι έτσι απλά να ομορφαίνει και να εκλεπτύνεται σε κάτι ευοίωνο για τις λέξεις που όλοι μας ούτως ή άλλως φοράμε προκειμένου να είμαστε αυτό που είμαστε. Ή ότι μπορεί τέλος πάντων ο καθένας. Εκεί μέσα στο «περνώντας με πορτοκαλί» υπάρχει ένας παραπάνω Βασίλης Νικολόπουλος που οφείλει να ανακαλυφθεί και να εξορυχθεί για τις τεράστιες ανάγκες ενός αδυσώπητα μεγάλου κόσμου.

Μες στον καιρό των αναρτήσεων στο «πορτοκαλί» ήρθαν και οι πρώτες έντυπες δημιουργίες, αυτοεκδόσεις της Αγαύης, όπως ονόμασε ο ίδιος το όλο εγχείρημα. Ποίηση, σχεδιασμός και τελικό αποτέλεσμα, όλα του ίδιου. Όλοι εμείς κρατούσαμε πλέον στα χέρια μας ένα αντικείμενο που περίσσευε αυτών. Η πρώτη με το γκρι εξώφυλλο είχε τίτλο «.ξύπνα με πριν πεθάνω» και η δεύτερη με το πορτοκαλί εξώφυλλο λέγονταν «Αφανίζοντας ύπουλα τη νύχτα». Από καιρό εξαντλημένες αν δεν κάνω λάθος.

Από κει ακολούθησαν οι φιλοξενίες σε κάποια ιστολόγια που ασχολούνται με την ποίηση. Το κόσκινο του Δημήτρη Τρωαδίτη, το εξιτήριον του Σωτήρη Παστάκα και φυσικά το σινιάλο μιας ευρύτερης ομάδας ανθρώπων μεταξύ των οποίων συμμετείχε και ο φίλος μετέπειτα του ποιητή ο Χρήστος Διαμαντής. Η γραφή του Βασίλη έχει ήδη αρχίσει να βρίσκει ρυθμό, ύφος και έρεισμα πάνω στην αληθινή και αδιαπραγμάτευτη ζωή του. Άλλοτε κοφτή και ντρόμπρα, άλλοτε αφημένη δίπλα στο βουητό της καθημερινότητας, η ποίηση του φίλου μου έχει το μερίδιό της σε όλα όσα ζούμε. Μαζί και χώρια.

Κι άλλοι φίλοι, περισσότερη αγάπη και νοιάξιμο, μια αρμαθιά ποιημάτων μας έφεραν απόψε εδώ, στην δημιουργία και κυκλοφορία της συλλογής «Βράδυ με Ήρωες» από τις εκδόσεις Ενύπνιο. Από το πρώτο κιόλας ποίημα οι προθέσεις είναι ξεκάθαρες. Πρόκειται για το οριστικό χτύπημα. Μέχρι το επόμενο. Η συλλογή κουβαλά βαριές λέξεις και εκφράσεις που μπορούν να αντισταθμιστούν μονάχα με την προσωπική αποδοχή του αναγνώστη να πάμε το ποίημα από την αρχή. Ειδάλλως να φύγουμε για τα καλά προς τα πίσω. Ο μόνος τρόπος για να διαβάσεις αυτά τα ποιήματα είναι με την ανάληψη της ευθύνης σου. Απέναντι στον κόσμο μας και στον εαυτό σου. Τα ερωτήματα πολλά.

Ποια έρημος είναι τούτη,

ή κόλαση,

ή παράδεισος;

Τι μουσική ακούς απόψε;

Ποιος είσαι;

Τι αγαπάς;

Ποιον;

Που γυρνάς;

Είμαι στο δεύτερο μόλις σταθμό

και θα με συναντήσεις αργά

σχεδόν από τύχη, στον παράδρομο

στα σκοτεινά

με αδειανά χέρια

και μια αόριστη συνέπεια να σημαδεύει τον κρόταφο

Με γυρεύεις αλήθεια;

Ναι, σου λέω, όπως και να χει

Από την σελίδα 31 το παραπάνω απόσπασμα και το ποίημα , Που γυρνάς;

Ο ποιητής θα είναι εκεί, λοιπόν. Η παρουσία του στο σύνολο των στίχων αυτής της συλλογής μπορεί να θεωρηθεί αυτό το τυχαίο ραντεβού που από καιρό περιμέναμε. Στο μπαρ των ονείρων μας μια Μεγάλη Παρασκευή με τροπικό κλίμα για ένα αληθινό βράδυ με ήρωες. Διψασμένος, πνιγμένος σε κόκκινο κρασί, ακούγοντας Morrissey, γνέφοντας άπειρα σινιάλα προς τον καθένα μας ο ποιητής είναι εδώ. Μας γυρεύει. Αναρωτιέται κι ο ίδιος τι είναι αυτό που κάνει και γιατί το κάνει ακριβώς όπως κάνουμε και εμείς ακόμα κι αν δεν ακούμε συχνά τον εαυτό μας να ρωτά. Αυτή είναι όμως μια υπέροχη ευκαιρία να μην αγνοήσουμε και άλλο τις φωνές μας. Ο Βασίλης επιμένει να ρίχνει πίσω του λοξές ματιές μιας και δεν κατάφερε να αποκτήσει ποτέ μια ηλικία. Ίσως αυτή η εγρήγορση, χάρισμα όσων αναγνωρίζουν στον εαυτό τους το άγραφο χαρτί μιας διαρκούς καταιγίδας ιστοριών και συναισθημάτων που γεννάν τον χρόνο ξανά και ξανά να είναι και το βασικό προνόμιο του ποιητή. Ακόμη κι αν αυτό απαιτεί να γίνει κομμάτια. Μας προτρέπει να κάνουμε το ίδιο. Πιθανώς, σε αυτούς τους καιρούς, που όλοι διανύουμε, η διάλυση να είναι όντως, όπως παραθέτει και ο ίδιος, η βασική μας ένωση. Αυτή η ανθρώπινη μοίρα της δημιουργίας ενός κόσμου από όλα όσα καθημερινά τινάζονται στον αέρα.

Απόσπασμα από το ποίημα με τον τίτλο Κ από την σελίδα 8 της συλλογής

Γίνε κομμάτια

Όταν σου δίνεται η ευκαιρία

Κομμάτια για σένα, για κείνη

για κείνον

Γίνε κομμάτια για κάτι

Γίνε κομμάτια για σένα

Ποτέ ξανά μια διάλυση

Δεν έφερε τον κόσμο τόσο κοντά

Συμφωνώ με όλη μου την καρδιά κι ακολουθώ. Ελπίζω να βρείτε και σεις μέσα στην ποίηση του φίλου Βασίλη Νικολόπουλου το λόγο, την δύναμη και την φαντασία να μας συντροφεύσετε. Ο αέρας φυσάει πολύ δυνατά.

Κώστας Παπαπάνος

  • Το βιβλίο ¨Βράδυ με Ήρωες¨ κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 2021 από τις εκδόσεις Ενύπνιο.

posted in «Διάφορα»

[…] Κι αν γινόμασταν ξάφνου ¨φιλαράκια¨, για να ξοδέψουμε λίγη ακόμη ζωή, θα ευχόσουν να ‘ναι μακρύς ο δρόμος;

Ποτέ δεν εννόησα αυτό που κάποιοι ονόμαζαν και ονομάζουν – σταθερή πορεία στη ζωή. Πρόκειται μάλλον, και μόνο, για την άνοδο, χωρίς υπόνοια πτώσης ή, έστω, προϋποθέτει την ύπαρξη διχτιού ασφαλείας. Μιας σωσίβιας λέμβου, σε περίπτωση ναυαγίου στη μέση κάποιου ωκεανού ονείρων, επιδιώξεων, ικανοποίησης της ματαιοδοξίας του είδους. Ο Τζακ Λόντον έκανε λογοτεχνία γιατί βρισκόταν ¨εκεί¨. Έσπρωχνε τη ζωή σε ένα βιβλίο που δεν είχε ακόμη γραφτεί, ο ίδιος όμως το ‘χε διαβάσει. Οι σελίδες του φτερούγιζαν κατάστηθα, τρυπώνανε οι ήρωές του και λόγχιζαν τον ποτισμένο του εγκέφαλο υπαγορεύοντας την επόμενη πράξη. Με χέρι σταθερό οδηγούμαστε στη μία και μοναδική αλήθεια. Αυτή του σήμερα, του τώρα. Πάσχουμε από έλλειψη ταξικής συνείδησης γιατί έχουμε γίνει χίλια κομμάτια. Οι λογοτέχνες πουλάνε black Friday,τυπώνουν ύστερα δυο τίτλους σε πνεύμα αντιρατσιστικό, ανθρωπιστικό, κι όλα βαίνουν καλώς. Ο φτωχός πουλάει φθηνά, αγοράζει ακριβά, οι ταξιτζήδες κατεβάζουν ουίσκι στην πιάτσα. Μπορούμε να σκοτωθούμε με χίλιους δυο τρόπους.

Λίγα ποιήματα

Lobotomy blues

Τα κεριά θυμίζουν δυναμίτες
τίποτε ωστόσο δεν εκρήγνυται, κανένας κίνδυνος ∙
η βραδινή δροσιά λούζει το χορτάρι
Οι κυρίες εύχονται,
ο σερβιτόρος να μάζευε και την μπάντα
μαζί με τα κενά πιάτα
και ό,τι έχει περισσέψει
Δέκα χρόνια είχανε, λέει, να σμίξουν
γελάνε τρανταχτά,
είναι οι ίδιες θεές, ερχόμενες απ’ την αρχαιότητα,
στις οποίες πιστεύουν
Ο διανομέας του e food περνά στον πεζόδρομο ∙
θυμίζει περίπτερο σε κίνηση
και πως τελικά,
όλοι προσπαθήσαμε να ζήσουμε
Έχω σηκωθεί απ’ το τραπέζι,
κάτι που έπρεπε από ώρα να ‘χω κάνει,
όπου να ‘ναι, φεύγω κι απ’ το live
Δύο ουίσκι, 19 ευρώ
Διπλό λάμδα στην τρέλλα

#

So, this is happiness

Επιστρέφεις στο σπίτι,
τα παιδιά κοιμούνται,
η γυναίκα σου κοιμάται,
έχουν όλα σταματήσει για την ώρα
Σβήνεις το τελευταίο φως
και πέφτεις για ύπνο

#

Put the freaks up front

Εύθραυστοι,
φορώντας τα σκούρα μας ρούχα,
πενθούντες και μη,
τι άλλο να κρύψουμε;
Να αντλήσουμε δύναμη από πού;
Τι άλλο να δώσουμε;

#

Ωδή στα νιάτα, στη φύση, στις νίκες

Να τώρα, που ο πιτσιρικάς στρίβει στα ερείπια
Όχι πολύ μικρός, αλλά ακόμη νέος, νεότερος
Να τον, με την παλάμη απλωμένη, τον κόσμο να χωράει,
δείχτης, αντίχειρας και μέσος να σπάνε και να στρώνουν,
όρθιος,
το βλέμμα του να παίζει στα κοντινά μπαλκόνια ∙
με βλέπει δεν με βλέπει, έτσι κι αλλιώς,
του στέλνω τον θαυμασμό μου
Να τον που στρίβει στα ερείπια,
να πιει ¨στα ερείπια!¨, όπως σε κάθε άλλη επιτυχία
Και μένα να μου ξυπνάνε θύμησες
κι όλες οι μυρουδιές της φύσης, μέσα μου να θρονιάζονται ξανά,
το άκουσμα ενός μεσημεριού, κελαηδίσματα
μιας ηλικίας, που κάποτε είπαν εφηβεία
Καβατζώσου μικρέ, χαλάρωσε,
η μέρα δεν έχει ακόμη μικρύνει τόσο
Στη σκιά τραβήξου, σ’ αφήνω,
Θα σε θυμάμαι πού και πού

Η φίλη της  

Αυτό το μικρό κορίτσι,
που φωνάζει Ειρήνη
και κανείς δεν του απαντά
κι αυτό συνεχίζει να φωνάζει και να φωνάζει
και να φωνάζει…
Αυτό το μικρό κορίτσι,
που φωνάζει Ειρήνη
και κανείς δεν του εξηγεί
κι αυτό συνεχίζει να φωνάζει και να φωνάζει
και να καλεί,
και το πάνω διαμέρισμα μένει σιωπηλό
στο άτονο σούρουπο,
καθώς αντιλήφθηκε τη φίλη της στο δρόμο
ρώτησε τελικά
« Ειρήνη, πού πηγαίνεις;»
Κι η Ειρήνη αποκρίθηκε
«Δεν πάω πουθενά, εσύ;»

Συνεχίστε

Προοδευτικοί με λάθος τρόπο

Ελεύθεροι με λάθος τρόπο

Δημοκρατικοί με λάθος τρόπο

Μεθυσμένοι με λάθος τρόπο

Αντιφρονούντες με λάθος τρόπο

Ταπεινοί με λάθος τρόπο          

Κηδεμόνες με λάθος τρόπο

Σύντροφοι με λάθος τρόπο

Οδηγοί με λάθος τρόπο

Ποιητές με λάθος τρόπο

Διανοούμενοι με λάθος τρόπο

Κλέφτες με λάθος τρόπο

Ιδιοφυείς με λάθος τρόπο

Ξυπνητοί με λάθος τρόπο

Πιστοί με λάθος τρόπο

Ονειροπόλοι με λάθος τρόπο

.

.

.

Μικρό ημερολόγιο, Λευκάδα 08/2022

6
Αυτό το δέντρο, που κρύβει τη θάλασσα
Αυτό το δέντρο, που μου κρύβει τη θάλασσα
Αυτό το δέντρο, που άθελά του μου κρύβει τη θάλασσα
παίρνει μαζί του κι εσένα,
καθώς ανεβαίνεις ή κατεβαίνεις αυτό
το μυστικό μονοπάτι

7
Μαύρο και πράσινο της θάλασσας
Αγκιστρωμένος, μικρός Διόνυσος

8
Στο ακρωτήρι η Σαπφώ χρόνια κοιμάται
Νεαρές γυναίκες, τώρα, χαριεντίζονται
πάνω απ’ το πρωινό, ήρεμο κύμα του κόλπου

Η παρέλαση περνά
Ο άνθρωπος κερδίζει πάντα,
βαδίζοντας μόνος στην ήττα του

Οι υποχωρήσεις, τα σύννεφα, ο ήλιος,
εικόνες φευγαλέες,
το πράσινο, που κυριαρχεί ξανά,
σε μια άκρη της θάλασσας,
σ ‘ αυτή τη μικρή αγκαλιά από δέντρα
και βράχους
Σαν μύγες παχιές, κτίσματα,
των νέων Θεών μας κατοικίες,
απλώθηκαν στους λόφους
Δειλιάζουν αυτοί και υπομένουν

Παθών περιφορά
Τα άγια τοις αγίοις
Σε μια θάλασσα από φως, βυθίζονται
Τας κεφαλάς ημών τω Κυρίω κλίνομεν

Εξαγνίζομαι, μα ύπνο δεν έχω

9
Smile, faithless bastards,
smile, smile, smile

Εντός της, μια λίμνη φεγγαρόφωτο

10
Θέλω να στρωθώ και να γράψω ένα ποίημα,
μέρες τώρα

11
Για τους πατεράδες των φίλων μου,
που βουτούσαν κι αυτοί στο αλκοόλ, χτυπημένοι απ’ τη ζωή,
και κείνη τη μάνα,
που στο κονιάκ έπνιγε τις κουρτίνες τ’ απογεύματα
και τη ζωή της κεντούσε στα ρούχα των άλλων,
και κείνη τη βάρκα,
που όταν όλα χάθηκαν, κι ας χάθηκαν ύστερα κι άλλα,
έπλευσε για να πληρώσει, ποια ναύλα, για πού, για ποιον;

Εκείνη τη βάρκα σκεφτόμουν

Αν μου φαίνεται ο κόσμος παράξενος, μάταιος,
αποτρόπαιος ή χαζός;
Νομίζω πως πού και πού τα καταφέρνουμε

Γυροφέρνοντας (με) τον Ντύλαν  

Ωσότου ξεχρεώσεις
τα τσιγάρα όλα του πάνω κόσμου
θα ‘χουνε καεί
Ύμνοι θα γράφονται για την αγάπη
και τον έρωτα,
μα πες μου, ποιος θα πιστεύει
πως ο θάνατος δεν θα ‘χει εξουσία

Τίποτε πιο αμείλικτο δεν γνώρισα
από την ομορφιά
Φθινόπωρο γεννημένη
είτε σε κάποιου καλοκαιριού το χείλος ∙
κι ο χρόνος στραφτάλιζε στην πέτρα
σαν λεπίδι

Υπερβολές, θα πεις…
Ω, πάντα υπερβολές
Και οι εκδότες αύριο
θα γλείφουνε τα κόκκαλα,
ριγμένα στο πλατύσκαλο από χέρι
Η αρρώστια συρτή θα κάνει στις οδούς
και πες μου, ποιος θα πιστεύει
πως ο θάνατος δεν θα ‘χει πια εξουσία

Πες με ονόματα
που του ανθρώπου η ανημπόρια,
όσους τα φέρανε, τους κράτησε στο πόδι,
κι άλλα, όσων ταξίδι φύγανε αγύρτικο
από λάθος
Κι οι σκύλοι να χορεύουν της νύχτας
τον χορό
και τα παιδιά να μεγαλώνουν στην πλατεία
Λογαριάζεται η αγάπη;
Ο θάνατος;

Τέσσερις δρόμους διασχίζεις διαγώνια,
σ’ εκείνο το σημείο, το κενό ∙
και οι τρελοί θα σου μιλάνε πάντα με τα μάτια

Πέντε λεπτά ζωής, τέλη Μαΐου

Μια περίπτωση είναι
ν’ αναγκαστείς να την κάνεις για τα καλά
από τούτο το μέρος, ξαφνικά,
κι ένα υπεύθυνος στο πόδι σου
να υποδύεται τους ρόλους

Πάνω απ’ τα φτωχά μας κεφάλια
εκρήξεις
Ένα δάχτυλο ουίσκι στα 6 ευρώ, τόσο πάει

Πέντε λεπτά ζωής, τέλη Μαΐου ∙
οι φοιτητές συνεχίζουν να ματώνουν, τα περιστέρια να διψούν
Και πόσο αργά να πιεις αυτό το ποτήρι;
Και πόσο χρειάζεται
για να βρεις τη θέση σου σ’ αυτόν τον κόσμο;
Συμπληρώνεις νερό

Στο μπαρ ψάλλονται πάντα τα εγκώμια μιας άλλης μητέρας
Μπορείς να βλέπεις ό,τι θες
ή να θες ό,τι βλέπεις
και τίποτα απ’ τα δύο να μην σε οδηγεί πουθενά

Το ποδοβολητό των ανθρώπων να συνεχίζεται
Το νερό να κυλά στους αρμούς
κι ότι φαινομενικά μας ενώνει να μας κρατά σε απόσταση,
γλιτώνοντάς μας απ’ τα έργα της φύσης,
παραδίδοντάς μας σε κάθε πιθανή δυναστεία

Αναχρονισμοί

Εδώ είμαστε ∙
πληρώνοντας για κάθε συντρίμμι αυτού του κόσμου
Χτίζοντας ξανά και ξανά
για κάθε αφηρημένη ιδέα,
για το χειροπιαστό μικρομέγαλο ψέμα στο έλεος του χρόνου
Και πόσες φορές δεν σκεφτήκαμε τη ζωή μας να τελειώνει ;
Ένα αυτοκίνητο εκρήγνυται,
στο τέλος του δρόμου καθώς το οδηγείς

Πανδοχείο

ΧΑΝΙ ΦΙΛΟΞΕΝΙΑΣ ΕΚΛΕΚΤΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ, ΜΟΥΣΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΣΥΝΤΑΞΙΔΕΥΤΩΝ

η ΤΡΥΠΑ

περιοδικό περι-οπής

ΝΕΟ ΠΛΑΝΟΔΙΟΝ

ΙΔΕΕΣ. ΚΡΙΤΙΚΗ. ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ.

Vall.Grey poetry

Psycho poetry from my Guts

To Koskino

For a revolutionary poetry of our times

No Sense Words - Λέξεις Φυγόκεντρες

Λέξεις... Οι δικές μου λέξεις έχουν χάσει την βαρύκεντρο δύναμή τους... πάλλονται, διασκορπίζονται, χωρίς ουσία χωρίς χρώμα, αλλάζουν με τον καιρό, με τη στιγμή παίρνουν μια ιδιαίτερη μορφή, χωρίς διάρκεια...Είναι λέξεις φυγόκεντρες...

APODYOPTES

We can mentally undress you

"ΤΟ ΚΟΛΟΧΑΡΤΟΝ"

Εκδόσεις Το Κόλο

tribe4mian's weblog

... never let yourself fall into oblivion ...

The Act of Capturing

Photography are stories to be told

εξιτήριον

ψηφιακές εκδόσεις ανοικτού περιεχομένου

Φτερά Χήνας

Περιοδικό Φύλλο Επιλεγμένης Λογοτεχνίας

ΓαΤόΦΣΚι

Εκδόσεις του Κάμπου

Υπερρεαλιστική Ομάδα Θεσσαλονίκης

Για τον άνθρωπο Την λογοτεχνία της έκφρασης Μέχρι την ουτοπία

τσακμάκι

δημιουργική κολεγιά

Los Innuendos

Qui Tacet Consentit

Περιθώριο

Μικρά που έμειναν στο

Treo Nauta's Den

Join me to an inner journey!

nefelor

δικαίωμα

sterianizali.wordpress.com/

καΤά Λάθος σΤεριανός. καΤά πάθος ζαΛισμένος.

ΑΔΕΣΠΟΤΟΣ ΣΚΥΛΟΣ

Γράφει ο Αντώνης Αντωνάκος

Μονοπάτια

«Όλα τα μονοπάτια οδηγούν στον ίδιο στόχο: να εκφράσουμε στους άλλους αυτό που είμαστε.» Pablo Neruda, 1904-1973 Χιλιανός ποιητής - Νόμπελ 1971

κομπάρσος

μέτριος

Aurora Borealis

Γράφει χωρίς σοβαρότητα ο Ερμής Παπακωνσταντίνου