Έσμιξα δυο ουρανούς,
το χρώμα του δρόμου να μου δώσουν
που ξημέρωνε.
Ποθούσες λίγη νύχτα ακόμη,
χωρίς αύριο ∙
και μια κουβέντα χωρίς σκοπό.
Μια πληγή ίσως να θρέφει περισσότερο μέλλον
απ’ την πορεία που διαγράφεται στην άκρη της νύχτας
καθώς ανυποψίαστος διεισδύεις στο φως.
Να φεύγεις.
Να μισείς ό,τι με πόνο έχτισες και ηδονή.
Τόσο κοντά.
Να μένεις.
Απογοήτευση.