Εδώ, μουρλαίνομαι καθώς διαβάζω τις περιπέτειες του Μπάρλυκορν.
Και θα ‘θελα να υπογραμμίσω την κάθε μοναδική γραμμή που συνέταξε
το χέρι αυτού του απείθαρχα πιστού συνεργάτη.
Και θα ‘θελα να καταδυθώ στις χίλιες αβύσσους που αντικρίζουν τα μάτια σου,
κοιτάζοντας το γυρτό μου σώμα.
Μα καμιά άβυσσος δεν ξέρω αν θα δεχτεί την υπερβολή και το μέτρο μου.
Ω κι εσείς, που ολημερίς χασμουριέστε και δεν θα ‘θελα ούτε τις γόπες απ’ τα τσιγάρα σας να βλέπω και να γράφω για σας, μα συνέχεια μου ‘ρχεται να σας μελετώ
για να βρίσκω αυτό το ¨εγώ¨ μου, τον ούριο άνεμο, να με σπρώχνει στην αγάπη και τα δύσκολα, να ταυτίζω την ελάχιστη λογική μου με ψυχές που το ένα τους λάθος γεννά το επόμενο και να σου οι χίλιες υποψίες τέλους, η πτώση, η δύναμη να επιστρέφει για να στεγάσει τον ένα και μοναδικό ναό…
Μέσα απ’ την πένα αυτού του γραφιά θα μπορούσα να δώσω μια απάντηση σε όλα αυτά τα ερωτήματα που δεν τολμάτε να ρωτήσετε.
Και όταν λέω μουρλαίνομαι είναι που η δίψα ή η επιθυμία, αν θες, για αλκοόλ κορυφώνεται καθώς κορυφώνεται και το έργο αυτό και οι επιταγές ενός ευοίωνου μέλλοντος καθίστανται ακάλυπτες. Η πλεκτάνη του Μπάρλυκορν ξεσκεπάζεται και δειλά, αλλά με χέρι σταθερό οδηγούμαστε στη μία και μοναδική αλήθεια. Αυτή του σήμερα, του τώρα.
Ο Λόντον οδηγεί ξανά στο λευκό αίθριο της παραπραγματικότητας.
Κι ας ¨μη νομιστεί ¨, που λέει κι ο ίδιος, πως συμφωνούμε σε όλα.
14/08/2019