Μπαλάντες για φόνους
Μπαλάντες για τρύπιες καρδιές
Μπαλάντες του μεσονυκτίου
Λες και γράφτηκε και καμιά τους μέρα μεσημέρι
για κάποιον ένδοξο ποιητή
Μια μπαλάντα γράφεται πάντα μαζί με κάποιο τέλος
Λίγο πριν, λίγο μετά
δεν έχει σημασία
Μακραίνω νύχια, γένια και μαλλιά
Αυτές είναι οι δουλειές μου,
και αρνούμαι
Αρνούμαι να κάνω έρωτα,
αρνούμαι το σώμα μου
Δεν υπάρχει μετεμψύχωση,
αυτά είναι μαλακίες
Δες αν θες μέσα απ’ τα μάτια του άλλου
Τι σκατά περιμένεις;
Κανείς δεν θα σου πει πως τα κατάφερες
κι όταν συμβεί θα εννοεί κάτι άλλο
Εν τω μεταξύ συνεχίζεις να πληγώνεσαι
Δεν βλέπεις πώς τα φέρνει η ζωή;
Πώς να ξεχρεώσει κανείς;
Μόνο οι τζογαδόροι χρεώνονται για κάτι που ν’ αξίζει
Έχεις ιδέα τι θεωρείται παλιό
αυτές τις μέρες;
Φαίνονται όλα σαν χθες
και προαιώνια ταυτόχρονα
Ίσως κυλιόμαστε σε ένα σύμπαν ταυτόχρονο
και τρυπώνουμε μια αποδώ μια αποκεί,
ποιος ξέρει;
Μας έχουν σε αναβολή έτσι κι αλλιώς για την ώρα,
μπύρα και Jameson ∙ είμαστε απ’ τους τυχερούς
Ένα θάμνος παίζει παιχνίδια
στην ταπετσαρία του υπολογιστή
κι εσύ θέλεις να νιώσεις σαν ζώο
Όπως και να ‘χει ξεμένεις με το πληκτρολόγιο
και τους λογαριασμούς απλήρωτους