Lobotomy blues
Τα κεριά θυμίζουν δυναμίτες
τίποτε ωστόσο δεν εκρήγνυται, κανένας κίνδυνος ∙
η βραδινή δροσιά λούζει το χορτάρι
Οι κυρίες εύχονται,
ο σερβιτόρος να μάζευε και την μπάντα
μαζί με τα κενά πιάτα
και ό,τι έχει περισσέψει
Δέκα χρόνια είχανε, λέει, να σμίξουν
γελάνε τρανταχτά,
είναι οι ίδιες θεές, ερχόμενες απ’ την αρχαιότητα,
στις οποίες πιστεύουν
Ο διανομέας του e food περνά στον πεζόδρομο ∙
θυμίζει περίπτερο σε κίνηση
και πως τελικά,
όλοι προσπαθήσαμε να ζήσουμε
Έχω σηκωθεί απ’ το τραπέζι,
κάτι που έπρεπε από ώρα να ‘χω κάνει,
όπου να ‘ναι, φεύγω κι απ’ το live
Δύο ουίσκι, 19 ευρώ
Διπλό λάμδα στην τρέλλα
#
So, this is happiness
Επιστρέφεις στο σπίτι,
τα παιδιά κοιμούνται,
η γυναίκα σου κοιμάται,
έχουν όλα σταματήσει για την ώρα
Σβήνεις το τελευταίο φως
και πέφτεις για ύπνο
#
Put the freaks up front
Εύθραυστοι,
φορώντας τα σκούρα μας ρούχα,
πενθούντες και μη,
τι άλλο να κρύψουμε;
Να αντλήσουμε δύναμη από πού;
Τι άλλο να δώσουμε;
#
Ωδή στα νιάτα, στη φύση, στις νίκες
Να τώρα, που ο πιτσιρικάς στρίβει στα ερείπια
Όχι πολύ μικρός, αλλά ακόμη νέος, νεότερος
Να τον, με την παλάμη απλωμένη, τον κόσμο να χωράει,
δείχτης, αντίχειρας και μέσος να σπάνε και να στρώνουν,
όρθιος,
το βλέμμα του να παίζει στα κοντινά μπαλκόνια ∙
με βλέπει δεν με βλέπει, έτσι κι αλλιώς,
του στέλνω τον θαυμασμό μου
Να τον που στρίβει στα ερείπια,
να πιει ¨στα ερείπια!¨, όπως σε κάθε άλλη επιτυχία
Και μένα να μου ξυπνάνε θύμησες
κι όλες οι μυρουδιές της φύσης, μέσα μου να θρονιάζονται ξανά,
το άκουσμα ενός μεσημεριού, κελαηδίσματα
μιας ηλικίας, που κάποτε είπαν εφηβεία
Καβατζώσου μικρέ, χαλάρωσε,
η μέρα δεν έχει ακόμη μικρύνει τόσο
Στη σκιά τραβήξου, σ’ αφήνω,
Θα σε θυμάμαι πού και πού